ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Γράφει ο Γιάννης Παπαγεωργίου Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Συγγραφέων Κατερίνης, φιλόλογος Σαν σήμερα 3 Ιανουαρίου 1911 ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ο «άγιος» των ελληνικών γραμμάτων διάβηκε το κατώφλι της αιωνιότητας ένα παλιό ποίημά μου αναφέρεται σ’ αυτόν τον ταπεινό άνθρωπο το μεγάλο τεχνίτη του γραπτού λόγου. Σε πήρε το όνειρο της ψυχής σου έξω από τα σύνορα του δικού σου παραδείσου του μικρού νησιού σου. Έμαθες τα χρώματα της πρωτεύουσας ζώντας μέσα σ’ αυτήν η ψυχή σου όμως ήταν έξω από αυτήν. Φλεγόσουν από την καλογερική όταν όμως πήγες να δοκιμάσεις τη ζωή του καλόγερου δε στέριωσες εκεί. Ύστερα συμβίβασες τα ασυμβίβαστα. Έζησες σαν κοσμοκαλόγερος καλόγερος μέσα στον κόσμο. Έψαλες τα λόγια Του Θεού στις εκκλησίες της Αθήνας. Έγραφες τα λόγια Του Θεού στα διηγήματά σου. Άνθρωποι απλοί οι άνθρωποί σου οι άνθρωποι στα έργα σου. Παπάδες, ψαράδες νέοι και ηλικιωμένοι άντρες και γυναίκες άνθρωποι απόκληροι της κοινωνίας, φτωχούληδες του Θεού έξω από τα όρια της ζωής. Κι εσύ τους σήκωσες ψηλά τους έκανες να γράφουν τη ζωή τους στην άμμο να ζωγραφίζουν το χρώμα της ψυχής τους στης θάλασσας το κύμα στην πέτρα. Είχε μιαν ιερότητα η μορφή τους ακόμη κι όταν έκαναν το κακό. Είχαν μια γλύκα τα λόγια τους, γιατί ήταν λόγια των ανθρώπων του Θεού που παραστράτησαν και είδαν τον κόσμο να βαραίνει κι άλλο επάνω τους μες τη βαριά από τον πόνο ψυχή τους. Έκρυβαν δύναμη ΄μέσα τους οι άνθρωποί σου όταν τους έπνιγε το παράπονο της ανήμερης ψυχής τους όταν κινδύνευαν από θεόρατα κύματα το χιόνι και το κρύο πάνω σε ένα σαπιοκάραβο για να σώσουν τρεις βοσκούς που είχαν αποκλεισθεί από το χιόνι επάνω στο βουνό. Είχαν μιαν άγρια ομορφιά τα πάθη της ψυχής τους αυτήν την ψυχή που έχουν οι άνθρωποι της πρώτης γέννησης του κόσμου όταν έγραφαν πάνω στην πέτρα τους καημούς τους. Σε είπαν άγιο των γραμμάτων εσύ έγραψες για τα άγια και για άλλα πολλά. Έγραψες για τα μάγια που χώρισαν το αγαπημένο ζεύγος και έστειλαν το κορίτσι στο χώμα. Έγραψες για την παράνομη αγάπη που έκανε την αρχόντισσα να ξεστρατίσει να ξεπέσει και στο τέλος κάηκε ζωντανή από το πάθος της. Έγραψες για την κατάρα που έπιασε για το δέντρο που φέρνει τύχη στο σπίτι όσο δεν το έκοβαν. Έγραψες για την ευχή της μάνας να χαθεί αυτή για να γλυτώσει το παιδί της. Οι ήρωές σου, αυτοί οι μικροί κι ασήμαντοι έγιναν ήρωες όλου του κόσμου, σύμβολα της ψυχής και του ανθρώπου. Έγινες οδηγός μες την άβυσσο των ψυχών στα αδιέξοδα τους που τους έκαναν να πονούν να καίγεται το αίμα τους μες τη φωτιά του πάθους τους γυρεύοντας δρόμους που θα οδηγήσουν στο φως. Αδικία να κατάγεσαι και να ζεις σε χώρα μικρή σαν την Ελλάδα. Αν ζούσες κι έγραφες σε μια μεγάλη χώρα τώρα θα ήσουν παγκόσμιος συγγραφέας. Καλό σου ταξίδι κυρ-Αλέξανδρε στον κήπο του Θεού που τόσο ζωγράφισες στα τραγούδια του Θεού που τόσο έψαλες. 2011

0 Σχόλια